ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ
ΕΓΓΑΜΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ
ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
Δυστυχώς τα
πράγματα δεν έχουν πάει καλά στο γάμο. Χωρίς να εξετάσουμε τους λόγους και τις
αιτίες, χωρίς να αποδώσουμε ευθύνες σε κάποιον, ο ένας από τους δύο ή και οι
δύο οι σύζυγοι δεν είναι ευτυχισμένοι, ίσως μάλιστα να είναι δυστυχισμένοι.
Παρά τις
προσπάθειες τα πράγματα δεν διορθώνονται και αντίθετα η κατάσταση καθημερινά
χειροτερεύει.
Ας μείνουμε εδώ, στο σημείο αυτό που ένας από τους δύο ή και οι
δύο σύζυγοι αποφασίζουν να πάψουν να είναι σύζυγοι, ουσιαστικά ή τυπικά (ό,τι
αυτό σημαίνει και συνεπάγεται), δηλαδή είτε θέλουν να πάρουν μια ανάσα, να
ηρεμήσουν και να αποφασίσουν τι μέλλει γενέσθαι είτε απλώς δεν αντέχουν άλλο
τον γάμο και φεύγουν από το σπίτι.
Είτε μείνουν
μαζί, χωρίς από τη μια μεριά να υπάρχουν τα ουσιαστικά στοιχεία του γάμου (που
είναι κυρίως η στοργή, η φροντίδα και η αφοσίωση του ενός για τον άλλο) αλλά
από την άλλη να υπάρχει η από κοινού απόφαση για τα περισσότερα θέματα της
κοινής ζωής και η έγνοια για τα ανήλικα παιδιά, είτε ένας από τους δύο φύγει
από την κοινή συζυγική στέγη μπορούμε να πούμε ότι έχει αρχίσει η διακοπή της
έγγαμης συμβίωσης. Έτσι, αν ένας από τους συζύγους φύγει από το σπίτι,
μπορεί ή να
παραλάβει μαζί του τα κινητά που του ανήκουν - ακόμη και αν τα χρησιμοποιούσαν
από κοινού και οι δύο- ή να τα αφήσει στον άλλο σύζυγο που μένει (π.χ. τηλεόραση,
στερεοφωνικά, κομπιούτερ κλπ). Υποχρεούται, όμως, να αφήσει στον άλλο σύζυγο τα
πράγματα που του είναι απολύτως αναγκαία για τη χωριστή του διαβίωση, αν το
επιβάλλουν οι περιστάσεις για λόγους επιείκειας (π.χ. να αφήσει το ψυγείο, όταν
αυτός που μένει στην οικογενειακή στέγη είναι άνεργος προς το παρόν).
Επίσης, οι
σύζυγοι κατανέμουν σε περίπτωση χωριστής διαβίωσης τη χρήση των κινητών
πραγμάτων που ανήκουν και στους δύο, σύμφωνα με τις προσωπικές τους ανάγκες
(π.χ. ο ένας παίρνει το κομπιούτερ και ο άλλος το στερεοφωνικό ή την
τηλεόραση). Αν διαφωνούν, τη διανομή την κάνει το δικαστήριο, το οποίο μπορεί
να επιδικάσει εύλογη αποζημίωση για τη χρήση που παραχωρείται.
Σ' αυτή την
περίπτωση αναλογίζεται κανείς πόσο ταπεινωτικό είναι ένας τρίτος άνθρωπος,
έστω κι αν είναι ένας σεβαστός δικαστής, να αποφασίσει για το ζευγάρι ποιος
είναι καλύτερα να πάρει τον φούρνο μικροκυμάτων και τα παπλώματα και πόσο
κοστολογούνται είδη χρησιμοποιημένου οικιακού εξοπλισμού για τον υπολογισμό
της αποζημίωσης, όταν ο γάμος έχει 'κουρελιαστεί !!! Και πόσα περισσότερα άραγε
θα κερδίσει κάποιος από την αποζημίωση αυτή (αφαιρουμένων εξόδων, δικαστικών
δαπανών κλπ.);;; Μάλλον ασύμφορη οικονομικά είναι οποιαδήποτε άλλη επιλογή
πλην της συμφωνίας μεταξύ των συζύγων και της δίκαιης κατανομής των κοινών
κινητών αντικειμένων τους. Ας αφήσουμε, λοιπόν, κατά μέρος τον συναισθηματικό
πόνο και την ντροπή για την ασυνεννοησία μεταξύ των συζύγων σχετικά με το ποιος
θα πάρει και με το πόσο κοστίζουν οι κατσαρόλες και το ποδήλατο και ας μην
ξεχνάμε τις ασύγκριτα μεγαλύτερες απώλειες από τη διάλυση ενός γάμου!!!
Φυσικά, αυτά
ισχύουν για τις συνήθεις υποθέσεις κόντρας και αντιδικίας που στην πλειοψηφία
τους φτάνουν στα δικαστήρια και αφορούν κατά κανόνα μεσαία εισοδήματα.
Διότι οι
σπάνιες εκείνες εξαιρέσεις υπερβολικά ακριβού οικιακού εξοπλισμού, με ακριβά
έργα τέχνης και επίπλωσης, σχεδόν ποτέ δεν φτάνουν στα δικαστήρια, διότι οι
σύζυγοι, που απολάμβαναν κατά τη διάρκεια του γάμου τους από κοινού αυτόν τον
πλούτο, έχουν την οικονομική άνεση να τον αποκτήσουν και πάλι.... με ή χωρίς
συμβιβασμούς και δικαστήρια.
Πράγματι, σ'
αυτές τις περιπτώσεις προσφορότερη και οικονομικότερη λύση είναι η εξώδικη
επίλυση της διαφοράς. Ας μην αφήνουμε αρνητικά συναισθήματα να θολώνουν το
μυαλό, να μας κάνουν αυτοκαταστροφικούς ή να θέλουμε να παίξουμε παιχνίδια
εξουσίας αναζητώντας δικαίωση ή εκδίκηση για όσα νομίζουμε ότι έχουνε υποστεί
εξ' αιτίας του άλλου συζύγου στη διάρκεια του γάμου. Αρκεί απλώς να είμαστε
ψύχραιμοι, δίκαιοι και αντικειμενικοί στη διαδικασία της χωριστής διαβίωσης κι
ας αφήσουμε την απόδοση δικαιοσύνης αναδρομικά, αφού γάμος πια δεν υπάρχει.
Αλλιώς, είναι σαν να θέλουμε να κάνουμε πλαστική εγχείρηση σε νεκρό.
Αν τα πράγματα,
λοιπόν, είναι έτσι και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο επικοινωνίας και
συνεννόησης, αλλά έκρυθμες καταστάσεις, τότε φαίνεται ότι η μόνη λύση που έχει
απομείνει είναι το διαζύγιο, άμεσα ή μακροπρόθεσμα.
Ο γάμος
μπορεί να λυθεί μόνο με διαζύγιο στις εξής περιπτώσεις :
1) σε
περίπτωση αφάνειας (δηλ. όταν ο ένας σύζυγος έχει κηρυχτεί σε αφάνεια)
2) όταν
υπάρχει ισχυρισμός «κλονισμός»
3) με
συναινετικό διαζύγιο
1) Διαζύγιο με αντιδικία. Ο καθένας από τους συζύγους μπορεί να
ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, από
λόγο που αφορά το πρόσωπο του ενός ή και των δύο συζύγων, με αποτέλεσμα βάσιμα
η συνέχιση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για εκείνον που ζητάει το
διαζύγιο. Ο ισχυρισμός "κλονισμός" τεκμαίρεται (θεωρείται αποδεδειγμένος)
σε περιπτώσεις διγαμίας, μοιχείας, εγκατάλειψης ή επιβουλής της ζωής του
αιτούντα, εκτός αν αποδείξει ο άλλος σύζυγος ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι,
οπότε λείπει η νομική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η αγωγή του διαζυγίου.
Σε περίπτωση
τετραετούς διάστασης ο ισχυρισμός 'κλονισμός' τεκμαίρεται (δηλ. θεωρείται
δεδομένος) και το τεκμήριο αυτό είναι ακαταμάχητο (χωρίς ανταπόδειξη) και το
διαζύγιο μπορεί να βγει έστω και αν ο λόγος του "κλονισμού* αφορά αυτόν
που το ζητάει (δηλ. αυτόν που έχει φύγει από το σπίτι). Η συμπλήρωση των
τεσσάρων ετών δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια
αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων.
2) Διαζύγιο με συναίνεση. Σε αυτή την περίπτωση του διαζυγίου, κατά
τη συναινετική διαδικασία οι σύζυγοι πρέπει να συμφωνούν και να το δηλώσουν με
κοινή τους αίτηση, αρκεί ο γάμος τους να έχει διαρκέσει περισσότερο από έναν
χρόνο και η δήλωση τους αυτή να δοθεί αυτοπροσώπως ή με ειδικό πληρεξούσιο σε
δύο συνεδριάσεις του δικαστηρίου, που να απέχουν μεταξύ τους έξι τουλάχιστον
μήνες.
Έτσι, αν από
την πρώτη συνεδρίαση περάσουν δύο έτη, η αρχική, πρώτη δήλωση των συζύγων για
τη λύση του γάμου τους παύει να ισχύει. Εφόσον στη διετία που παρήλθε οι
σύζυγοι εξακολουθούν να θέλουν τη λύση του γάμου τους και δεν τα έχουν βρει
μεταξύ τους, χρειάζεται να επανέλθουν, διαφορετικά η πρώτη συζήτηση δεν αρκεί
για να θεωρείται λυμένος ο γάμος. "Ένα από τα σημαντικότερα θέματα σχετικά
με τη λύση του γάμου κατά τη συναινετική διαδικασία, σε περίπτωση που υπάρχουν
ανήλικα παιδιά, είναι η συμφωνία που πρέπει να υπάρξει μεταξύ των συζύγων. Η
συμφωνία αυτή, που είναι ένα ιδιωτικό συμφωνητικό υπογεγραμμένο και από τους
δύο, ρυθμίζει την επιμέλεια και την επικοινωνία των γονιών με τα ανήλικα παιδιά
τους και πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύει την κοινή αίτηση των συζύγων για το
συναινετικό διαζύγιο. Σε περίπτωση που διαφωνούν οι σύζυγοι ως προς αυτό, δεν
μπορεί να λυθεί ο γάμος με συναινετικό διαζύγιο. Δηλαδή ο νομοθέτης απαιτεί όχι
μόνο οι σύζυγοι να συμφωνούν για τη ρύθμιση των αποκλειστικά προσωπικών τους
σχέσεων, αλλά και να ρυθμίσουν και αυτό που έχει απομείνει από τον γάμο τους,
δηλαδή τα παιδιά τους. Τέλος, ένα θέμα που μπορεί προκύψει κατά τη λύση του
γάμου είναι η διατροφή των πρώην συζύγων. Οφείλεται διατροφή; Πότε και πόσο ;
Ο νόμος
θέτει ορισμένες προϋποθέσεις για τη θεμελίωση του δικαιώματος διατροφής μόνο
στην περίπτωση που ο ένας από τους δύο πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει
τη διατροφή του από τα εισοδήματα του ή από την περιουσία του. Συγκεκριμένα,
μπορεί να ζητηθεί διατροφή από τον άλλο σύζυγο ι) αν κατά την έκδοση ή κατά την
περίοδο του διαζυγίου βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν του
επιτρέπει να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση καταλλήλου επαγγέλματος, ώστε να
εξασφαλίζει από αυτό τη διατροφή του, 2) αν έχει την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου
και για τον λόγο αυτό εμποδίζεται στην άσκηση καταλλήλου επαγγέλματος, 3) αν
δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή χρειάζεται κάποια επαγγελματική
εκπαίδευση (και στις δύο όμως περιπτώσεις για ένα διάστημα που δεν μπορεί να
ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου), 4) σε κάθε περίπτωση
που η επιδίκαση της διατροφής επιβάλλεται από λόγους επιεικείας (π.χ. ανάπηρη
σύζυγος που έχει στην ευθύνη της υπέργηρους άρρωστους γονείς κλπ.).
Πάντως, η
διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να περιοριστεί, αν αυτό επιβάλλεται από
σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο
"δικαιούχος" είναι υπαίτιος του διαζυγίου ή προκάλεσε ο ίδιος
θελημένα την «απορία» του. Το δικαίωμα διατροφής παύει, αν ο
"δικαιούχος" ξαναπαντρευτεί ή συζεί μόνιμα με κάποιον άλλον.
Και ας μην
ξεχνάμε ότι η κάθε μεμονωμένη περίπτωση κρίνεται ατομικά και συγκεκριμένα και
ότι ένας εξώδικος συμβιβασμός είναι συχνά καλύτερος από μία δικαστική απόφαση.
Βασιλική
Πενταγιώτη - Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου